ράντ

ράντ
(I)
το, Ν
άκλ. νομισματική μονάδα τής Δημοκρατίας τής Νότιας Αφρικής.
————————
(II)
το, Ν
άκλ. (φυσ. -μετρολ.) μονάδα απορροφηθείσας δόσης ακτινοβολίας, ίση με την ποσότητα μιας ιοντίζουσας ακτινοβολίας, η οποία, ανεξάρτητα από την πηγή προέλευσής της, προκαλεί απορρόφηση 100 εργίων ανά γραμμάριο ακτινοβολούμενης ύλης.
[ΕΤΥΜΟΛ. < αγγλ. rad < radiation (< λατ. radiatio, -onis «ακτινοβολία» < radiatus «ακτινοβόλος» < radio «φωτίζω» < radius «ακτίνα»)].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • νετρόνιο — Ουδέτερο ηλεκτρικά σωματίδιο, με μάζα περίπου 2.000 φορές μεγαλύτερη από τη μάζα του ηλεκτρονίου και 1,0014 φορές από τη μάζα του πρωτονίου τα ν. μαζί με τα πρωτόνια αποτελούν τα βασικά συστατικά του πυρήνα στον οποίο συγκεντρώνεται ποσοστό… …   Dictionary of Greek

  • Νοτιοαφρικανική Δημοκρατία — Κράτος της νοτίου Αφρικής. Συνορεύει Α με τη Μοζαμβίκη και τη Σουαζιλάνδη, Β με τη Ναμίμπια, τη Μποτσουάνα και τη Ζιμπάμπουε, Δ βρέχεται από τον Ατλαντικό ωκεανό, Ν και Α από τον Ινδικό ωκεανό.Εντός των συνόρων της Ν. Δ. και στο νοτιοανατολικό… …   Dictionary of Greek

  • Σάλτσμπουργκ — (Salzburg). Πόλη (139.426 κάτοικ.) της βορειοκεντρικής Αυστρίας, πρωτεύουσα του ομώνυμου ομόσπονδου κρατιδίου. Βρίσκεται επί του ποταμού Σάλτσαχ, μεταξύ των λοφωδών ανάγλυφων Καπουτσίνερ μπεργκ, Μαίνχσμπεργκ και Ράινμπεργκ. Ο αρχαιότερος πυρήνας… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”